Αυτό που εύλογα θεωρείται μέρος ενός ένδοξου ισπανικού «θρι-πιτ», μοιάζει επίσης με έναν θρίαμβο που διαχωρίζεται κάπως από τους άλλους δύο.

Κατ’ αρχάς η Ισπανία κατέκτησε το EURO 2008 υπό την ηγεσία του Λουίς Αραγονές και όχι του Βιθέντε ντελ Μπόσκε. Το έκανε επιπλέον με τον Μάρκος Σένα στο νευραλγικό ρόλο του κεντρικού χαφ όταν ο μελλοντικός αντικαταστάτης του, ο Σέρχιο Μπουσκέτς, έπαιζε ακόμη στην τέταρτη κατηγορία της Ισπανίας.

Το ρόστερ της ομάδας πλαισίωναν οι Χουανίτο, Φερνάντο Ναβάρο, Σέρχιο Γκαρσία, Ντάνι Γκουίθα και Ρουμπέν ντε λα Ρεντ, ονόματα που δύσκολα έρχονται στο μυαλό σε όρους χρυσής γενιάς. Ωστόσο, από πολλές απόψεις, αυτή η Εθνική Ισπανίας ήταν πιο συναρπαστική από τις «εκδόσεις» του 2010 ή του 2012.

Ο μη προοδευτικός Αραγονές

Ο Λουίς Αραγονές έκλεισε 70 χρόνια ζωής λίγο μετά από αυτό το τουρνουά και πλησίαζε προς το τέλος μιας μακράς καριέρας που περιελάμβανε όχι λιγότερες από έξι περιόδους στην Ατλέτικο Μαδρίτης, τον σύλλογο όπου πέρασε μια δεκαετία ως επιθετικός και κέρδισε το τρόπαιο Pichichi ως πρώτος σκόρερ της La Liga για τη σεζόν 1969-70.

Κατέκτησε τον τίτλο με την Ατλέτι ως προπονητής το 1977 και οδήγησε επίσης την Μπαρτσελόνα στο Κόπα ντελ Ρέι το 1988, αλλά όταν το 2004 διορίστηκε προπονητής της Ισπανίας, δεν θεωρήθηκε καθόλου προοδευτική επιλογή. Εκείνη τη χρονιά βιντεοσκοπήθηκε σε μια προπόνηση να κάνει ρατσιστικά σχόλια για τον Τιερί Ανρί όταν μιλούσε στον Χοσέ Αντόνιο Ρέγιες, συμπαίκτη του στην Άρσεναλ.

Η απομάκρυνση Ραούλ

Η πιο τολμηρή απόφαση του Αραγονές ήταν η απομάκρυνση του Ραούλ από την Εθνική, στην οποία έπαιζε από τα 19 του. Ο Αραγονές πίστευε ότι ο Ραούλ κυριαρχούσε υπερβολικά στα αποδυτήρια και μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 τον άφησε εκτός, παρά το γεγονός ότι ήταν τότε πρώτος σκόρερ όλων των εποχών σε Ρεάλ και Εθνική Ισπανίας, έχοντας κλείσει μόλις τα 29 του χρόνια. Το γεγονός ότι ένας θρύλος της Ρεάλ αγνοήθηκε από έναν θρύλο της Ατλέτικο προκάλεσε αλγεινή εντύπωση και αντιδράσεις σε ΜΜΕ και κόσμο.

Παρά το γεγονός ότι ο Αραγονές ήταν ένας τεχνικός που παρακολουθούσε διακριτικά και πότε-πότε ασπαζόταν την επανάσταση του passing game, είχε περάσει μεγάλο μέρος της καριέρας του θεωρούμενος ως ένας old school προπονητής, κάτι σαν ένας Ισπανός Σαμ Αλάρνταϊς ή μια παλαιότερη εκδοχή του Ντιέγκο Σιμεόνε. Το 1998 είχε δηλώσει ότι το DNA της Ισπανίας δεν είναι η προσπάθεια επιβολής με την τεχνική και την ποιότητα.

Αλλά τελικά ο Αραγονές ήταν πραγματιστής, και οι πραγματιστές προσαρμόζονται στα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους. Παρότι στην καριέρα του αρεσκόταν στο πιο λειτουργικό ποδόσφαιρο, συνειδητοποίησε ότι με τον Τσάβι, τον Αντρές Ινιέστα και τον Νταβίντ Σίλβα είχε νόημα να παίζεις επιθετικά, παίρνοντας ρίσκα. Επιπλέον, οι δύο επιθετικοί Νταβίντ Βίγια και Φερνάντο Τόρες έβγαζαν το ψωμί τους παίζοντας με την μπάλα κάτω και όχι περιμένοντας σέντρες για να απειλήσουν.

Ελευθερία και ρευστότητα

Όλα βασίζονταν γύρω από την κατοχή της μπάλας και το passing game, αλλά υπήρχε μια ελευθερία και μια ρευστότητα σε αυτή την Εθνική Ισπανίας και σε σύγκριση με την εποχή του Ντελ Μπόσκε, όταν η Ισπανία κρατούσε πολλούς παίκτες πίσω από την μπάλα και συχνά επιτίθετο μόνο με τρεις. Το 2008 ο Τσάβι προωθούνταν έως τα όρια της αντίπαλης περιοχής, ο Ινιέστα και ο Σίλβα έπαιζαν από τα πλάγια και συνέκλιναν διαρκώς, αλλάζοντας ακόμα και θέσεις.  φτάνοντας ακόμα και να εμφάνιζε αλλά περιφέρονταν, εναλλάσσονταν και εμφανίζονταν ο ένας στα πλάγια του άλλου. Ήταν ακόμα και για τους αντιπάλους της δύσκολο να επεξεργαστούν το ακριβές σύστημα της Ισπανίας και 16 χρόνια μετά μοιάζει πολύ διαφορετικό από το είδος του δομημένου ποδοσφαίρου κατοχής που έχουμε συνηθίσει πια να βλέπουμε. Περισσότερο παρέπεμπε σε μία πολύ καλά… δομημένη αναρχία.

Σε ότι αφορά τον Αραγονές, είχε βρει στην ευφυΐα και τα τεχνικά χαρίσματα των παικτών του το αντίδοτο για την έλλειψη φυσικής δύναμης και αθλητικότητας, χαρακτηριστικά πάνω στα οποία βασίζονταν συχνά οι ομάδες του. Και αυτή ήταν μία από τις πιο εντυπωσιακές στροφές ποδοσφαιρικής αντίληψης στην ιστορία της προπονητικής.

Ο δρόμος προς το τρόπαιο

Η Ισπανία ξεκίνησε με το ευρύ 4-1 επί της Ρωσίας και συνέχισε με το δύσκολο 2-1 κόντρα στη Σουηδία. O Νταβίντ Βίγια πέτυχε τα τέσσερα από τα έξι γκολ. Έχοντας προκριθεί, έπαιξε με πλήρως αλλαγμένη σύνθεση στο ματς με την Ελλάδα, την οποία νίκησε επίσης με 2-1. Στα προημιτελικά η σκληροτράχηλη Ιταλία την οδήγησε σε ένα στείρο παιχνίδι 120 λεπτών και τη λύση έδωσαν τα πέναλτι, με την Ισπανία να επικρατεί 2-0.

Στον ημιτελικό προέκυψε ξανά η Ρωσία, ως έκπληξη της διοργάνωσης. Οι Ίβηρες πάγωσαν όταν στο 34’ ο Βίγια αποχώρησε τραυματίας, όμως η «φούρια ρόχα» έπαιξε ακόμα καλύτερα με έναν επιθετικό. Τη θέση του Βίγια πήρε ο Φάμπρεγας που έδωσε δύο ασίστ, με το τελικό 3-0 να διαμορφώνεται από το 50’ έως το 82’. Απέναντι στην πιο επιτυχημένη εθνική ομάδα της Ευρώπης, τη Γερμανία που έχει τον τρόπο να επιβάλλεται στα μεγάλα ραντεβού, η μεγάλη πρόκληση για την Ισπανία ήταν να αποτινάξει τη στάμπα του loser. Και το έκανε, όχι με εμφατικό σκορ, αλλά με εμφατικό τρόπο, συνεχίζοντας να επιτίθεται μετά το γκολ στο 33’.

«Η Γερμανία είναι καλή ομάδα, αλλά το ποδόσφαιρο θα βγει κερδισμένο αν νικήσουμε», δήλωσε ενόψει του τελικού ο παίκτης – «κλειδί» του τουρνουά, Σένα. «Θα μπορούσε να ανοίξει το μυαλό κάποιων προπονητών που πιστεύουν ότι μόνο αμυντικά μπορείς να κερδίσεις. Εμείς θέλουμε να δείξουμε ότι μπορείς να επιτεθείς και να κερδίσεις...».